Μόλυνση από πλαστικά μικροσωματίδια εντοπίστηκε για πρώτη φορά σε πνεύμονες ανθρώπων, όπως αποκαλύπτει πρόσφατη έρευνα.

Οι επιστήμονες ανέφεραν ότι η μικροπλαστική ρύπανση είναι πλέον πανταχού παρούσα σε ολόκληρο τον πλανήτη, καθιστώντας την ανθρώπινη έκθεση αναπόφευκτη. Αυτό σημαίνει ότι «υπάρχει μια αυξανόμενη ανησυχία σχετικά με τους κινδύνους» για την υγεία.

Τα δείγματα συλλέχθηκαν από ιστούς, που αφαιρέθηκαν από 13 ασθενείς, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε εγχείρηση. Σε 11 από αυτές τις περιπτώσεις εντοπίστηκαν μικροπλαστικά.

Τα πιο συνηθισμένα σωματίδια ήταν από πολυπροπυλένιο, που χρησιμοποιείται σε πλαστικές συσκευασίες και σωλήνες, και από το υλικό PET (Τερεφθαλικό πολυαιθυλένιο), που χρησιμοποιείται σε μπουκάλια.

Ήταν ήδη γνωστό ότι οι άνθρωποι εισπνέουν μικροσκοπικά σωματίδια, και ότι τα καταναλώνουν μέσω της τροφής και του νερού. Εργάτες που έχουν εκτεθεί, για παράδειγμα σε μεγάλα επίπεδα μικροπλαστικών είναι γνωστό ότι έχουν αναπτύξει ασθένειες.

Τον Μάρτιο για πρώτη φορά, εντοπίστηκαν μικροπλαστικά σε ανθρώπινο αίμα. Αυτό δείχνει ότι τα σωματίδια μπορούν να ταξιδέψουν στο ανθρώπινο σώμα και να μπορούν να καταλήξουν στα όργανα. Ωστόσο, άγνωστος παραμένει ο αντίκτυπος που θα έχει μία τέτοια συνθήκη στην ανθρώπινη υγεία.Αλλά οι ερευνητές ανησυχούν καθώς τα μικροπλαστικά προκαλούν ζημιές στα ανθρώπινα κύτταρα, σύμφωνα με εργαστηριακές μελέτες και τα σωματίδια στην ατμοσφαιρική μόλυνση είναι γνωστό ότι εισέρχονται στο ανθρώπινο σώμα και προκαλούν εκατομμύρια πρόωρους θανάτους κάθε χρόνο.

«Δεν περιμέναμε να βρούμε τον υψηλότερο αριθμό σωματιδίων στο κατώτερο τμήματα των πνευμόνων ή σωματίδια του μεγέθους αυτού που εντοπίσαμε» είπε η Laura Sadofsky της ιατρική σχολής του Hull York κα συγγραφέας της μελέτης.

«Είναι εντυπωσιακό καθώς οι αεραγωγοί είναι μικρότεροι στα κατώτερα μέρη των πνευμόνων. Θα περιμέναμε τα σωματίδια αυτού του μεγέθους να είχαν φιλτραριστεί ή εγκλωβιστεί πριν εισχωρήσουν τόσο βαθιά».

«Αυτά τα δεδομένα οδηγούν σε μια σημαντική πρόοδο στον τομέα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, των μικροπλαστικών και της ανθρώπινης υγείας», πρόσθεσε.

Η έρευνα, που έχει γίνει δεκτή προς δημοσιοποίηση στο Science of the Total Environment χρησιμοποίησε δείγματα από ιστούς ασθενών με υγιείς πνεύμονες, την επομένη του χειρουργείου. Ανέλυσε σωματίδια μεγέθους έως και 0.003mm και χρησιμοποίησε τη μέθοδο της φασματοσκοπίας για να ταυτοποιήσει το είδος του πλαστικού. Χρησιμοποίησε επίσης δείγματα ελέγχου για να υπολογίσει το επίπεδο μόλυνσης που υπάρχει στο υπόβαθρο.

Μελέτη στη Βραζιλία, το 2021, σε δείγματα από αυτοψία εντόπισε επίσης μικροπλαστικά σε 13 από 20 ανθρώπους, με ηλικία μεγαλύτερη από αυτή της έρευνας της Sadofsky.

Το πολυαιθυλένιο, που χρησιμοποιείται στις πλαστικές σακούλες, ήταν ένα  από τα πιο κοινά στοιχεία που εντοπίστηκαν. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα των ερευνητών: «Τα επιβλαβή αποτελέσματα για την υγεία μπορεί να σχετίζονται με αυτούς τους μολυσματικούς παράγοντες στο αναπνευστικό σύστημα μετά την εισπνοή».

Αμερικανική μελέτη του 1998 σε ασθενείς με καρκίνο των πνευμόνων εντόπισε και αυτή πλαστικά και ίνες (όπως το βαμβάκι) σε περισσότερα από 100 δείγματα. Σε καρκινικούς ιστούς, το 97% των δειγμάτων περιείχαν ίνες και σε μη καρκινικά δείγματα και το 83% ήταν μολυσμένα.

Τονίζεται ότι τεράστιες ποσότητες πλαστικών αποβλήτων πετιούνται στο περιβάλλον και τα μικροπλαστικά πλέον μολύνουν ολόκληρο τον πλανήτη, από το Έβερεστ μέχρι τα βάθη των ωκεανών.

Μικροπλαστικά έχουν βρεθεί και σε πλακούντες εγκύων γυναικών. Σε ποντίκια σε κατάσταση εγκυμοσύνης τα μικροπλαστικά περνούν γρήγορα μέσα από τους πνεύμονες στην καρδιά, τoν εγκέφαλο και άλλα όργανα του εμβρύου.

Μια πρόσφατη ανασκόπηση αξιολόγησε τον κίνδυνο καρκίνου και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «Απαιτείται επειγόντως λεπτομερέστερη έρευνα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα μικρο- και τα νανοπλαστικά επηρεάζουν τις δομές και τις διαδικασίες του ανθρώπινου σώματος αλλά και εάν και πώς μπορούν να μεταμορφώσουν κύτταρα και να προκαλέσουν καρκινογένεση, ιδιαίτερα υπό το πρίσμα της εκθετικής αύξησης στην παραγωγή πλαστικών».